l'aiment στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για l'aiment στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

2. aimer (apprécier):

aimer faire, aimer à faire παρωχ

Βλέπε και: châtier

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για l'aiment στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

l'aiment στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για l'aiment στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για l'aiment στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

l'aiment Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αμερικανικά Αγγλικά

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Terri sourit et reconnait les gens qui l'aiment quand ils viennent la voir.
fr.wikipedia.org
Ils l'aiment pour sa gaieté, son affabilité, sa bonté et sa charité.
fr.wikipedia.org
Lorsqu'on lui laisse prendre une couleur rousse, elle est plus savoureuse ; ce qui fait que bien des personnes l'aiment mieux telle.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski