duré στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για duré στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

dure-mère <πλ dures-mères> [dyʀmɛʀ] ΟΥΣ θηλ

10. dur:

hardline προσδιορ

12. dur:

dur, dur! οικ
rock-hard προσδιορ

Βλέπε και: noyau, fer, détente, dent

fer de lance κυριολ, μτφ

1. dent:

dent ΑΝΑΤ, ΖΩΟΛ
montrer les dents κυριολ, μτφ

2. dent:

chequered βρετ
checkered αμερικ

ιδιωτισμοί:

avoir la dent οικ
to feel peckish οικ
œil pour œil, dent pour dent παροιμ
an eye for an eye and a tooth for a tooth παροιμ

Βλέπε και: cent2, cent1

to be worried sick οικ
to be in a state οικ
to be bored stiff οικ

Μεταφράσεις για duré στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
fromage αρσ à pâte dure
pur et dur αρσ
hardliner ΠΟΛΙΤ
partisan/-e αρσ/θηλ de la ligne dure
to hide or cover a multitude of sins χιουμ

duré στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για duré στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Μεταφράσεις για duré στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
dur(e)
dur(e)
œuf αρσ dur
dur(e) à cuire
dur(e)
dur(e)
ligne θηλ dure
drogue θηλ dure

duré Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski