d'affilée στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για d'affilée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

I.affilé (affilée) [afile] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

affilé → affiler

Βλέπε και: affiler, langue

1. langue ΑΝΑΤ:

2. langue ΓΛΩΣΣ:

ne pas parler la même langue κυριολ, μτφ

ιδιωτισμοί:

prendre langue avec qn τυπικ
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για d'affilée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
d'affilée
d'affilée
trois cours d'affilée
travailler 12 heures d'affilée

d'affilée στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για d'affilée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Μεταφράσεις για d'affilée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

d'affilée Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

d'affilée (sans interruption)
d'affilée (l'un après l'autre)
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski