culottée στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για culottée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. culotte (sous-vêtement féminin):

pants πλ βρετ
knickers πλ βρετ
drawers πλ
panties πλ αμερικ
a pair/two pairs of pants βρετ ou panties αμερικ ou drawers
plastic pants βρετ ou panties αμερικ ou drawers
faire dans sa culotte οικ μτφ

combiné-culotte, combiné-gaine-culotte <πλ combinés(-gaines)-culottes> [kɔ̃bine(ɡɛn)kylɔt] ΟΥΣ αρσ

couche-culotte <πλ couches-culottes> [kuʃkylɔt] ΟΥΣ θηλ

sans-culotte <πλ sans-culottes> [sɑ̃kylɔt] ΟΥΣ αρσ ΙΣΤΟΡΊΑ

gaine-culotte <πλ gaines-culottes> [ɡɛnkylɔt] ΟΥΣ θηλ

jupe-culotte <πλ jupes-culottes> [ʒypkylɔt] ΟΥΣ θηλ

Μεταφράσεις για culottée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

culottée στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για culottée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

couche-culotte <couches-culottes> [kuʃkylɔt] ΟΥΣ θηλ

sans-culotte <sans-culottes> [sɑ̃kylɔt] ΟΥΣ αρσ

jupe-culotte <jupes-culottes> [ʒypkylɔt] ΟΥΣ θηλ

Μεταφράσεις για culottée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

culottée Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

plus fours πλ
culotte(s) de cheval μτφ
culotte θηλ de golf
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "culottée" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski