I.charge [ʃaʀʒ] ΟΥΣ θηλ
1. charge κυριολ, μτφ:
3. charge (responsabilité):
4. charge ΓΡΑΦΕΙΟΚΡ (fonction):
6. charge ΣΤΡΑΤ:
7. charge:
9. charge (caricature):
II.charges ΟΥΣ θηλ πλ
III.charge [ʃaʀʒ]
- charge d'amorçage ΣΤΡΑΤ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.