affectée στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για affectée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. affecter (feindre):

I.affecté (affectée) [afɛkte] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

affecté → affecter

II.affecté (affectée) [afɛkte] ΕΠΊΘ (non naturel)

Βλέπε και: affecter

1. affecter (feindre):

Μεταφράσεις για affectée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
prendre une attitude affectée
de façon affectée
affected μειωτ
affected μειωτ

affectée στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για affectée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Μεταφράσεις για affectée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

affectée Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "affectée" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski