supplying στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για supplying στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

2. supply (stock, store):

artículos αρσ πλ de oficina

1.1. supply (provide, furnish):

1.2. supply retailer/manufacturer:

to supply sb with sth ΕΜΠΌΡ
to supply sb with sth ΕΜΠΌΡ

Μεταφράσεις για supplying στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
supplying
supplying

supplying στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για supplying στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

supply-side economics [səˈplaɪsaɪd ˌi:kəˈnɒmɪks, αμερικ -ˈnɑ:mɪks] ΟΥΣ + ενικ ρήμα

Μεταφράσεις για supplying στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

supplying Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to be accused of supplying drugs

supplying Από το λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA Bock GmbH

Μεταφράσεις για supplying στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "supplying" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文