Αγγλικά » Γερμανικά

fagged [fægd] ΕΠΊΘ esp βρετ, αυστραλ οικ

fagged
geschafft οικ
fagged
fertig οικ
fagged
fix und alle [o. A, CH fertig] αργκ
fagged
völlig k.o. αργκ

I . fag [fæg] ΟΥΣ

1. fag βρετ, αυστραλ οικ (cigarette):

fag
Kippe θηλ οικ
fag
Glimmstängel αρσ οικ
fag
Zigi θηλ CH οικ

2. fag no pl esp βρετ, αυστραλ οικ (bother):

fag
Schinderei θηλ

3. fag esp αμερικ μειωτ αργκ (homosexual):

fag
Schwule(r) αρσ a. μειωτ οικ
fag
Homo αρσ meist μειωτ αργκ

II . fag <-gg-> [fæg] ΡΉΜΑ μεταβ passive esp βρετ, αυστραλ οικ

III . fag <-gg-> [fæg] ΡΉΜΑ αμετάβ βρετ ΣΧΟΛ

fag out ΡΉΜΑ μεταβ esp βρετ, αυστραλ οικ

to fag sb out
to be fagged out
fix und fertig sein οικ
to be fagged out
ausgepowert sein αργκ

ˈfag end ΟΥΣ

1. fag end βρετ, αυστραλ οικ (cigarette butt):

Kippe θηλ οικ
Stummel αρσ οικ

2. fag end μτφ (last portion):

letzter Rest von +δοτ

ˈfag hag ΟΥΣ esp αμερικ μειωτ αργκ

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

sb can't be fagged to do sth

Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Strong Lyrics :

My breath smells of a thousand fags And when I'm drunk I dance like my Dad I've started to dress

www.golyr.de

Strong Übersetzung Lyrics :

Mein Atem riecht von tausend Kippen Und wenn ich betrunken bin, tanze ich wie mein Vater Ich hab

www.golyr.de

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "fagged" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文