Αγγλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „earldom“ στο λεξικό Αγγλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Αγγλικά)

earl·dom [ˈɜ:ldəm, αμερικ ˈɜ:rl-] ΟΥΣ

1. earldom (rank):

earldom
Grafenstand αρσ
earldom
Grafenwürde θηλ
to be awarded an earldom
to be awarded an earldom

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to be awarded an earldom

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "earldom" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文