I. fe·line [ˈfi:laɪn] ΕΠΊΘ
cali·per, calli·per [ˈkælɪpəʳ, αμερικ -ləpɚ] ΟΥΣ
1. caliper ΤΕΧΝΟΛ:
2. caliper ΙΑΤΡ:
-
- Gehapparat αρσ
hare·ˈlip ΟΥΣ ΙΑΤΡ
heli·pad [ˈhelɪ-] ΟΥΣ
caliper, calliper ΟΥΣ
-
- Messschieber αρσ
vernier caliper ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.