Αγγλικά » Γερμανικά

Col ΟΥΣ

Col συντομογραφία: colonel

Βλέπε και: colonel

colo·nel [ˈkɜ:nəl, αμερικ ˈkɜ:r-] ΟΥΣ ΣΤΡΑΤ

COL [ˌsi:əʊˈel] ΟΥΣ

COL συντομογραφία: computer-oriented language

COL
COL θηλ

Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文