oiled στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για oiled στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

1. oil:

pétrole αρσ
huile θηλ
to check the oil ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ
to change the oil ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ
to strike oil κυριολ
to strike oil μτφ
to strike oil προσδιορ deposit, exporter, producer
pétrolier/-ière
pétrolier/-ière

Μεταφράσεις για oiled στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

oiled στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για oiled στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για oiled στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
oiled

oiled Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to be no oil painting αυστραλ, βρετ μτφ, ειρων

oiled Από το λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA Bock GmbH

Μεταφράσεις για oiled στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "oiled" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski