coursing στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για coursing στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

1. course (progression):

cours αρσ (of de)

2. course (route):

cours αρσ
cap αρσ
to be on or hold or steer a course ΑΕΡΟ, ΝΑΥΣ
to be on course for κυριολ
to be on course for μτφ
to change course (gen) κυριολ
to change course ΑΕΡΟ, ΝΑΥΣ
to set (a) course for ΑΕΡΟ, ΝΑΥΣ
parti αρσ

3. course:

course ΣΧΟΛ, ΠΑΝΕΠ
cours αρσ (in en, of de)
a course of study ΣΧΟΛ
a course of study ΠΑΝΕΠ

coursing στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για coursing στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

1. course (direction):

cours αρσ
to be on course for sth μτφ
to be off course μτφ

coursing Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

coursing Από το λεξιλόγιο «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων

Μεταφράσεις για coursing στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "coursing" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski