I.con [βρετ kɒn, αμερικ kɑn] ΟΥΣ
3. con (disadvantage):
- désavantage αρσ
II.con <μετ ενεστ conning; απλ παρελθ, μετ παρακειμ conned> [βρετ kɒn, αμερικ kɑn] ΡΉΜΑ μεταβ (trick)
- con οικ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.