Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τουρισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τουρισμός [turizˈmɔs] SUBST αρσ

τουρισμός
Tourismus αρσ
τουρισμός
αγροτικός τουρισμός
Agrotourismus αρσ
εναλλακτικός τουρισμός
ιατρικός τουρισμός
μαζικός τουρισμός
σεξουαλικός τουρισμός
Sextourismus αρσ
συνεδριακός τουρισμός

Παραδειγματικές φράσεις με τουρισμός

αγροτικός τουρισμός
εναλλακτικός τουρισμός
ιατρικός τουρισμός
μαζικός τουρισμός
σεξουαλικός τουρισμός
συνεδριακός τουρισμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский