Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σούρουπο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σούρουπο [ˈsurupɔ] SUBST ουδ

σούρουπο
σούρουπο
Dämmerung θηλ
κατά το σούρουπο

Παραδειγματικές φράσεις με σούρουπο

κατά το σούρουπο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский