Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μουντζώνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μουντζώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [munˈdzɔnɔ] VERB μεταβ

μουντζώνω κάποιον
τα μουντζώνω

Παραδειγματικές φράσεις με μουντζώνω

τα μουντζώνω
μουντζώνω κάποιον

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский