Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μονόζυγο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μονόζυγο [mɔˈnɔziɣɔ] SUBST ουδ

μονόζυγο
Reck ουδ
κάνω μονόζυγο

Παραδειγματικές φράσεις με μονόζυγο

κάνω μονόζυγο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский