Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εκλογικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εκλογικ|ός <-ή, -ό> [ɛklɔjiˈkɔs] ΕΠΊΘ

2. εκλογικός (σχετικός με τον εκλογικό αγώνα):

εκλογικός
Wahlkampf-

Παραδειγματικές φράσεις με εκλογικός

εκλογικός αγώνας
Wahlkampf αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский