Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αδράχνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αδρά|χνω <-ξα, -γμένος> [aˈðraxnɔ] VERB μεταβ

Παραδειγματικές φράσεις με αδράχνω

αδράχνω την ευκαιρία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский