Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αγκαζέ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . αγκαζέ [aŋgaˈzɛ] ΕΠΊΘ αμετάβλ

2. αγκαζέ (τραπέζι, θέση):

αγκαζέ

II . αγκαζέ [aŋgaˈzɛ] ΕΠΊΡΡ (κρατώντας ο ένας τον άλλον)

Παραδειγματικές φράσεις με αγκαζέ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский