Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άγχος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άγχος [ˈaŋxɔs] SUBST ουδ

1. άγχος (φόβος):

άγχος
Angst θηλ

2. άγχος (στενοχώρια):

άγχος
Beklemmung θηλ

3. άγχος (στρες):

άγχος
Stress αρσ
έχω άγχος
Stressauswirkungen θηλ πλ

Παραδειγματικές φράσεις με άγχος

έχω άγχος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский