Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „gr“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

d. Gr.

d. Gr. Abk von συντομογραφία: der Große

d. Gr.

gr.-orth.

gr.-orth. Abk von συντομογραφία: griechisch-orthodox

gr.-orth.

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский