Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κρόκος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κρόκος [ˈkrɔkɔs] SUBST αρσ

1. κρόκος ΒΟΤ:

κρόκος
Krokus αρσ

2. κρόκος (αβγού):

κρόκος
Eidotter ουδ
κρόκος
Dotter αρσ

κροκός [krɔˈkɔs] SUBST αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με κρόκος

κρόκος αρσ αβγού
Eigelb ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский