Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αγιασμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αγιασμός [ajazˈmɔs] SUBST αρσ

1. αγιασμός (καθαγιασμός: σπιτιού, νερού):

αγιασμός
Segnung θηλ

2. αγιασμός (αγιασμένο νερό):

αγιασμός
Weihwasser ουδ

3. αγιασμός (αγιοποίηση):

αγιασμός
Heiligung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский