Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αγωνιστής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αγωνιστής (αγωνίστρια) [aɣɔnisˈtis, aɣɔˈnistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. αγωνιστής (γενικά):

αγωνιστής (αγωνίστρια)
Kämpfer(in) αρσ (θηλ)

2. αγωνιστής ΑΘΛ:

αγωνιστής (αγωνίστρια)
Wettkämpfer(in) αρσ (θηλ)

3. αγωνιστής ΣΤΡΑΤ:

αγωνιστής (αγωνίστρια)
Krieger(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский