Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αγγειογραφικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αγγειογραφικ|ός <-ή, -ό> [aɲɟiɔɣrafiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. αγγειογραφικός καλλιτεχν:

αγγειογραφικός
Vasenmalerei-

2. αγγειογραφικός ΙΑΤΡ:

αγγειογραφικός
angiografisch, Angiografie-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский