Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άγριος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άγρι|ος <-α, -ο> [ˈaɣriɔs] ΕΠΊΘ

1. άγριος (φυτά, ζώα):

άγριος
wildes Tier ουδ

2. άγριος (θάλασσα, καιρός, χέρια):

άγριος
rau

3. άγριος (κρύο):

άγριος

4. άγριος (ματιά, τιμωρία):

άγριος

5. άγριος (αντίσταση, καβγάς):

άγριος

6. άγριος (μίσος):

άγριος

7. άγριος (ανταγωνισμός):

άγριος

8. άγριος (κριτική):

άγριος

9. άγριος (φέρσιμο):

άγριος

Παραδειγματικές φράσεις με άγριος

άγριος σολομός
Wildlachs αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский