Γαλλικά » Γερμανικά

attifé(e) [atife] ΕΠΊΘ οικ

attifé(e)
herausgeputzt οικ
mal attifé(e)

I . attifer [atife] ΡΉΜΑ μεταβ οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "attifé" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina