Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „aiguisoir“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

aiguisoir [egizwaʀ] ΟΥΣ αρσ

aiguisoir (outil à pierre)
Schleifstein αρσ
aiguisoir (outil à molettes d'acier)
Wetzstahl αρσ
aiguisoir (taille-crayon) αρσ καναδ
[Bleistift]Spitzer αρσ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Le sommet légèrement aplati de la pierre résulterait de son usage au cours des siècles comme aiguisoir à couteaux.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "aiguisoir" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina